«Μη σκύβεις ποτέ το κεφάλι... ψηλά να το κρατάς
για να θωρείς τον ήλιο της ζωής και της λευτεριάς»
Διονύσιος Σολωμός
Μιας λευτεριάς που μας χάρισαν οι προγόνοι μας το
Εικοσιένα με αίμα και θυσίες για να ζούμε εμείς ελεύθεροι. Γι’ αυτό σ’ αυτή την
Εθνική Επέτειο της 25ης Μαρτίου καλούμαστε να συμμετάσχουμε. Γιατί η
Εθνική Επέτειος είναι η ώρα συλλογικής μνήμης του λαού. Χαρά στο λαό που ξέρει
να γιορτάζει τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας του. Ο λαός αυτός δε θα χαθεί ποτέ
από το πρόσωπο της γης. Και όπως προστάζει ο Γέρος του Μοριά «πρέπει
η μέρα εκείνη να δοξάζεται αιώνες αιώνων, εωσού στέκει το έθνος, διότι ήταν η
ελευθερία της πατρίδος». Γιατί «τη λευτεριά μας δεν τη βρήκαμε στο
δρόμο», όπως τονίζει ο Μακρυγιάννης ξεπήδησε μέσ’ από αίματα και
ολοκαυτώματα των πρωταγωνιστών του ξεσηκωμού του Νέου Ελληνισμού. Οι ήρωές μας
είναι εικονίσματα, πρόσωπα καμωμένα για προσκυνήματα και φιλήματα. Γι’ αυτό ο
εορτασμός της εθνικής επετείου είναι κυρίως πράξη ευγνωμοσύνης, ένα μνημόσυνο
των ηρώων και των μαρτύρων που μας χάρισαν το υπέρτατο, το αγαθό της
ελευθερίας. «Πατρίς, να μακαρίζεις γενικώς όλους τους Έλληνας, ότι
θυσιάσθηκαν διά σένα να σ’ αναστήσουνε, να ξαναειπωθείς άλλη μίαν φορά ελεύτερη
πατρίδα, όπου ήσουν χαμένη και σβησμένη από τον κατάλογο των εθνών...»
(Μακρυγιάννης)
Η ελληνική επανάσταση
προήλθε από τη σιδηρά θέληση ενός λαού αποφασισμένου ή να ζήσει ελεύθερος ή να
πεθάνει ελεύθερος σφυροκοπώντας οκτώ ολόκληρα χρόνια το πυρωμένο αμόνι της
λευτεριάς. Γι’ αυτό και η συμμετοχή τους ήταν καθολική. «Όταν αποφασίσαμε να
κάμουμε την επανάσταση, δεν εσυλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν
έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι
εβαστούσαν τα κάστρα και τις πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «που πάτε
εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μια βροχή έπεσε εις όλους
μας η επιθυμίατης ελεθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προαστοί,
και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι,
όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό, και εκάμαμε την επανάσταση» (Θ.
Κολοκοτρώνης, ομιλία του στην Πνύκα 13-11-1838). Και όπως τονίζει ο Ν.
Καζαντζάκης: «Σκοπός της Ελλάδος στάθηκε πάντα να μετατρέψει τη σκλαβιά σε
ελευθερία».
Το Εικοσιένα είναι η ιερή
κιβωτός του ελληνισμού με την οποία στην αγκάλη είναι προορισμένο να περνά
απείραχτος από τη φθορά του χρόνου. Είναι το ταμείο προτύπων και υποδειγμάτων
βίου που γαλβάνισε με αίμα η ιστορία και τα ύψωσε εκεί όπου στρέφεται ο
άνθρωπος για να ζητήσει εμπνεύσεις βίου.
Κι όμως σήμερα ξεχάσαμε το εικοσιένα. Τούτο είναι η
μεγαλύτερη κακοτυχία της νεοελληνικής ιστορίας. Πάσχουμε από συμπτώματα
αμνησίας και αδιαφορίας. «Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μέσα στη
χώρα» (Κ. Παλαμάς). Στρουθοκαμηλίζουμε. «Κεφάλι χωρίς μνήμη είναι θέση
αφρούρητη», όπως τόνισε ο Ναπολέων. Ξεχνάμε ότι για να ξεπεραστούν οι
δυσκολίες χρειάζονται αγώνες. Και εμείς πως εκπαιδεύουμε τα νιάτα για να
ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της νέας χιλιετίας; Ο τεσσάρων αιώνων πολιτικός
ραγιαδισμός γίνεται σήμερα πνευματικός ραγιαδισμός. Η άλωση της ψυχής ενός λαού
οδηγεί ευθέως στον εθνικό θάνατο. Η απελευθέρωση απέδειξε ότι η ελευθερία
μπορεί να φανεί καταστροφική αν η ψυχή χάσει την αυτοσυνειδησία της και το
φρόνημα αλλοτριωθεί. Η ελευθερία είναι μια ευθύνη που συνεχώς καταχτιέται και
διαρκώς κινδυνεύει. Ελευθερία θα πει ευθύνη, γι’ αυτό οι περισσότεροι
άνθρωποι τη φοβούνται.
Κάποτε ρώτησαν ένα σοφό αγράμματο, σαν το Μακρυγιάννη, που όμως η ιστορία δεν
φύλαξε το όνομά του κι έμεινε στην αφάνεια μαζί με τους άλλους ανώνυμους
μάρτυρες του Γένους, όταν τον άκουσαν να τραγουδάει ένα κλέφτικο:
-
Βαρύ καημό
δείχνεις να ΄χεις για τη λευτεριά, γέροντα, μα πες μας, τι είναι τούτη η
λευτεριά; Από που κινάει κι από που έρχεται;
-
Κι ο γέροντας
αποκρίθηκε: Αυτός ο ουρανός που μας σκέπει είναι η λευτεριά. Πούθε
αρχίζει και που τελειώνει, κανένας δεν μπορεί να σ’ αποκριθεί. Αλλά τον
βλέπεις, τον νιώθεις. Και σαν βρεθείς ψηλά, στα κορφοβούνια, θαρρείς πως φτάνει
ν’ απλώσεις το χέρι σου και να τον αγγίξεις. Αλλά πρέπει, λέγω, να βρίσκεται
ψηλά. Για να αγγίξεις τη λευτεριά πρέπει να στέκεσαι ψηλά...
Μην αφήνουμε λοιπόν τους νέους ανιστόρητους. Το βαθύτερο
χρέος μας σήμερα είναι να ανοίγουμε προσεκτικά το βιβλίο της ιστορικής
μνήμης για να έχει συνέχεια αυτός ο δοξασμένος τόπος και να διδάσκει
τους λαούς πως οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι.
Νίκος Ι. Κωστάρας